Skip to content

Σχέση ανθρώπου και Θεού χτισμένη στο “μη φοβείσθε” του Κυρίου προς τους ανθρώπους!…

Σε όλη την έκταση της Καινής Διαθήκης, ο Κύριος και οι άγγελοι δεν παύουν να καθησυχάζουν τους ανθρώπους, να μη φοβούνται από την παρουσία τους:
“Μη φοβού, Μαριάμ” είπε αμέσως ο αρχάγγελος Γαβριήλ στη Θεοτόκο (Λουκ. 1, 30).
“Μη φοβού” είπε ο ίδιος αρχάγγελος όταν εμφανίστηκε στον άγιο Ζαχαρία, τον πατέρα του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (Λουκ. 1, 13).
“Μη φοβείσθε” είπε ως πρώτη κουβέντα ο άγγελος στους βοσκούς των Χριστουγέννων (Λουκ. 2, 10).
“Μη φοβείσθε υμείς” είπε ο άγγελος στις Μυροφόρες το πρωί της ανάστασης (Ματθ. 28, 5).

Ο Κύριος:
“Θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε” στους μαθητές Του, όταν Τον είδαν να πλησιάζει περπατώντας στα νερά της λίμνης (Ματθ. 14, 27. Μάρκ. 6, 50. Ιωάννην, 6, 20).
“Εγέρθητε και μη φοβείσθε” στους τρεις αποστόλους, όταν έπεσαν με το πρόσωπο στο έδαφος κατά τη μεταμόρφωση (Ματθ. 17, 7).
“Μη φοβείσθε” στις Μυροφόρες, όταν τις συνάντησε μετά τον άγγελο το πρωί της ανάστασης (Ματθ. 28, 11).
“Μη φοβού, μόνον πίστευε, και σωθήσεται” στον Ιάειρο, όταν τον πληροφόρησαν πως η μικρή του κόρη, για τη θεραπεία της οποίας είχε τρέξει στον Κύριο, είχε πεθάνει (Λουκ. 8, 50. Μάρκ. 5, 36). 
“Μη φοβού· από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών” (μη φοβάσαι, από τώρα θα ψαρεύεις ανθρώπους) στον απόστολο Πέτρο, μετά τη θαυμαστή αλιεία χιλιάδων ψαριών, με την οποία κάλεσε τους πρώτους αποστόλους στην αποστολή τους (Λουκ. 5, 10).
“Μη φοβού” στον απόστολο Ιωάννη, όταν του εμφανίστηκε στο όραμα της Αποκάλυψης (Αποκ. 1, 17).

Ο άγγελος και οι ποιμένες, αγιογραφία από την Ιερά Μονή των Ποιμένων, στη Βηθλεέμ (περισσότερα εδώ)
 

Ο φόβος προς το Θεό και ο χαρακτηρισμός “φοβούμενοι τον Θεόν” για τους πιστούς υπάρχει επίσης σε αρκετά σημεία της Καινής Διαθήκης. Συνυπάρχει με το εξαιρετικό χωρίο από την Α΄ Επιστολή Ιωάννου: 

“φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ’ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον, ότι ο φόβος κόλασιν έχει, ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη” (Α΄ Ιω. 4, 18).

Είναι φανερό ότι οι φοβούμενοι τον Θεόν είναι εκείνοι που αισθάνονται συστολή (και όχι έπαρση) απέναντί Του, ο δε φόβος του Θεού απευθύνεται στους ανθρώπους που δεν καταλαβαίνουν την αγάπη και δεν συγκινούνται από την ομορφιά του παραδείσου (οι τρεις τάξεις των σωζομένων, κατά τους αγίους Πατέρες, οι οποίες φαίνονται και στην πρόσκληση για τη θεία κοινωνία: “μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, προσέλθετε”).
Όλα αυτά μάς δείχνουν τι είδους σχέση επιθυμεί ο Κύριος με τους ανθρώπους.
Υπενθυμίζω όμως και τα λόγια του ευγνώμονος ληστού προς τον άλλο, που αυθαδίαζε προς τον σταυρωθέντα Κύριο: 

“ουδέ φοβή συ τον Θεόν, ότι εν τω αυτω κρίματι ει; και ημείς μεν δικαίως· άξια γαρ ων επράξαμεν απολαμβάνομεν· ούτος δε ουδέν άτοπον έπραξε” (Λουκ. 23, 40-41). 

Αυτά τα λόγια νομίζω πως δείχνουν τι θέση έχει ο “φόβος του Θεού” σε όλη την ιστορία της σχέσης με Αυτόν.
Καλή ανάσταση!…

πηγή

Section 1
Section 2
Section 3