Αυτά τα Πατήσια ήταν γεμάτα ολάνθιστους κήπους, ανθισμένες γαζίες, περιβόλια και τρεχούμενα νερά.
Μία κηπούπολη όπως μαρτυράει η παραφθορά του βυζαντινού ονόματος «Παραδείσια» σε Πατήσια(κατά μία ιστορική εκδοχή).
Αργότερα, στις αρχές του αιώνα, η κηπούπολη μετεξελίχτηκε σε μία καλτ συνοικία, πυρήνα της κοινωνικής ζωής της πόλης, με κομψά καφενεία και σοφιστικέ αέρα.
Πιο σύγχρονα μεταπολεμικά αναπτύχθηκε και αφομοίωσε το μεταμοντέρνο κίνημα. Η αγαπημένη γειτονιά των ηθοποιών της διανόησης, αλλά και της αστικής τάξης, με ανάπτυξη αλλά και φινέτσα. Όλα αυτά μέχρι το ΄60, ΄70, όταν η λαίλαπα της ισοπεδωτικής ανάπτυξης ,της ανεξέλεγκτης οικιστικής επέκτασης, του αχόρταγου εργολαβικού κέρδους με την εκμετάλλευση της χρήσης της γης αλλάζει το πρόσωπο και οδηγεί βήμα βήμα στην παρακμή.
Είναι λυπηρό να βλέπει κάποιος την οικιστική πορεία μιας συνοικίας, από την άνοδο, στην απόλυτη παρακμή και απαξίωση, ειδικά όταν αντικατοπτρίζει και την πορεία της ίδιας της κοινωνίας που τη δημιούργησε.
Το σημερινό της πρόσωπο είναι τόσο βεβηλωμένο, που τρομάζεις να διακρίνεις τα φωτεινά σημάδια του παρελθόντος της.
Μοναδική ελπίδα, ότι η πιο σκοτεινή ώρα είναι πριν τη χαραυγή.
Υπάρχουν τόσα πολλά σε αυτή την «πόλη» που μπορούν να «αποκαλυφθούν» και να την αναδείξουν.
Πρώτο βήμα.
Ας τα γνωρίσουμε: υπάρχουν κοσμήματα εγκαταλελειμμένα, ξεχασμένα και απαξιωμένα. Κοσμούν με την παρουσία τους και θυμίζουν την πορεία αυτής της γωνιάς που υπήρξε λαμπρή και ιστορική.
Σήμερα το εκκλησάκι λειτουργεί κανονικά με έντονη χριστιανική αλλά και φιλανθρωπική δράση,ενισχύοντας το ίδρυμα ανιάτων, είναι ζωντανός πυρήνας σε μια περιοχή που έχει ανάγκη την ανθρώπινη βοήθεια.
Άγιος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος
στην Πλατεία Αμερικής
Πνιγμένο στις πολυκατοικίες κάτω από την πλατεία Αμερικής, βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Αντρέα του Πρωτόκλητου. Άγνωστο μνημείο μεγάλης ιστορικής και αρχιτεκτονικής αξίας, αλλά κυρίως παρακαταθήκη υψίστης πολιτιστικής κληρονομιάς, μιας και αποτέλεσε τον τόπο μαρτυρίου της Αγίας Φιλοθέης.
Η Αγία Φιλοθέη, η πολιούχος της Αθήνας μαζί με τον Άγιο Διονύση υπήρξε η Αγία Τερέζα της πόλης των Αθηνών.
Γεννημένη επί τουρκοκρατίας, το 1552, από πλούσια οικογένεια γαιοκτημόνων, το γένος Μπενιζέλου, με καταβολές από το Βυζάντιο, ενυμφεύθει στα 14, κατόπιν πίεσης των δικών της. Ο γάμος της δεν υπήρξε υπόδειγμα συζυγικής ευτυχίας. Το αντίθετο μάλλον, ήταν βίαιος και ατυχής, καθότι ο σύζυγός της ήταν χρόνια μεγαλύτερός της .
Εχήρευσε νωρίς, στα 17 της και παρόλη την πίεση των γονιών της δεν ξαναπαντρεύτηκε, παρότι ήταν περιζήτητη νύφη, λόγω προίκας, μόρφωσης και ομορφιάς. Αφού πέθαναν οι γονείς της ασπάστηκε το μοναχικό σχήμα και αφιέρωσε τη ζωή της στο Θεό και το έργο της στις φιλανθρωπίες, κάνοντας πλήθος αγαθοεργιών. Έγινε προστάτιδα της ορθοδοξίας και φύλακας άγγελος των νέων γυναικών, που εκείνη την εποχή δεινοπαθούσαν από τη βαναυσότητα, αλλά και την απειλή του χαρεμιού.
Πρώτο της έργο ήταν η ανέγερση του Αγίου Αντρέα του Πρωτόκλητου, στο τότε κέντρο της Αθήνας, στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, το οποίο προικοδότησε με κτήματα, μετόχια και δαπανώντας έτσι την πατρική της περιουσία.
Το εκκλησάκι στα Πατήσια κτίστηκε πολύ αργότερα, όταν η φήμη της Αγίας Φιλοθέης είχε κάνει την προσέλευση του κόσμου πληθώρα, σε τέτοιο σημείο ώστε να αλλοιώνεται η αρχική εικόνα κατάνυξης και ησυχαστηρίου των μοναχών της.
Έτσι επιλέγει την τότε απόμακρη περιοχή, στα Πατήσια, περιοχή εξοχική, γεμάτη περιβόλια, τόπο κατάλληλο για περισυλλογή και απομόνωση.
Σε αυτό τον τόπο την βρήκαν οι Τούρκοι, παραβιάζοντας το ιερό του χώρου, σφόδρα ενοχλημένοι από το φιλανθρωπικό της έργο, αλλά κυρίως γιατί τους στερούσε υλικό γυναικών προορισμένο για τα χαρέμια τους.
Βασανίστηκε σε αυτό το σημείο που υπάρχει και σήμερα. Εκεί την βρήκαν οι μοναχές της και την μετέφεραν στο μοναστήρι της στην Καλογρέζα, όπου μετά από καιρό, υπέκυψε στα τραύματά της.
Δυστυχώς οι πληροφορίες που υπάρχουν για το μοναστήρι του Αγίου Αντρέα στα Πατήσια είναι ελάχιστες.
Βασιλικού ρυθμού, κτίστηκε στην τότε εξοχική περιοχή, στα Πατήσια, μακριά από το κέντρο της τότε μικρής πόλης των Αθηνών.
Στην πάροδο των χρόνων, το εκκλησάκι ερημώθηκε και αναστηλώθηκε πολύ αργότερα.
Το εσωτερικό κοσμούν οι αγιογραφίες του Φώτη Κόντογλου, ενός από τους μεγαλύτερους αγιογράφους της νεότερης εποχής. Στο προαύλιο υπάρχει η μαρμάρινη στήλη που βασανίστηκε η αγία από τους Τούρκους.
Το εκκλησάκι αν και πνιγμένο σε ένα δρόμο, μάλλον εγκαταλελειμμένο, υπάρχει για να μας θυμίζει τη δράση της γυναίκας που υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες ευεργέτιδες της πόλης των Αθηνών.
Στο μικρό περίβολο της εκκλησίας υπάρχουν κρήνες και κίονες από την αυθεντική του μορφή.
Αν και πνιγμένο από τα γύρω κτίρια, και χωρίς να είναι αρχιτεκτονικά ένα άρτιο έργο, αποπνέει σεβασμό με τη λιτή και απέριττη μορφή του.
Φώτης Κόντογλου, ο αγιογράφος
του Αγίου Ανδρέα στη Λευκωσίας
Ο Φώτης Κόντογλου, ένας από τους γνωστότερους αγιογράφους, ζωγράφισε το εσωτερικό της εκκλησίας όταν αυτή αναστηλώθηκε. Γεννημένος στο Αϊβαλί το 1895 και μεγαλωμένος από το θείο του Στέφανο Κόντογλου, ηγούμενο της μονής Αγίας Παρασκευής, από τον οποίο πήρε και το επίθετό του.
Φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από την οποία δεν αποφοίτησε ποτέ. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι και αφού περιπλανήθηκε ταξιδεύοντας στην Ισπανία, Πορτογαλία, επέστρεψε στη Γαλλία από όπου ξεκίνησε τη συγγραφή βιβλίων.
Το 1932, μετά από ένα ταξίδι του στο Άγιο Όρος όπου ανακάλυψε τη Βυζαντινή ζωγραφική, ασχολήθηκε με την αντιγραφή εικόνων και έτσι άρχισε η πορεία του ως αγιογράφος.
Παράλληλα με την συγγραφή βιβλίων, ασχολήθηκε ως συντηρητής εικόνων σε μουσεία (στο Βυζαντινό στο Μυστρά-στο κοπτικό στο Κάιρο) και ως αγιογράφος σε ναούς.
Αγιογραφώντας ναούς όπως η Καπνικαρέα, η Αγία Βαρβάρα του Αιγάλεω, ο Άγιος Γεώργιος στην Κυψέλη, η Ζωοδόχος Πηγή στην Παιανία, η Μητρόπολη της Ρόδου, αλλά και ο Άγιος Αντρέας στη Λευκωσίας, τον οποίο ο ίδιος σε κείμενό του αποκαλεί μνημείο Βυζαντινής τέχνης.
Το έργο του χωρίζεται καλλιτεχνικά σε δύο περιόδους. Στην προπολεμική και στη μεταπολεμική.
Η πρώτη επηρεασμένη από την επίδραση που είχε πάνω του ο Εμπρεσιονισμός και η μαθητεία του στο Παρίσι είναι πιο δυτικοποιημένη.
Η δεύτερη, μετά την επίσκεψή του στο Άγιο Όρος, όπου αναμοχλεύει τους δρόμους της παραδοσιακής αγιογραφίας, είναι πιο καθαρή, πιο ανόθευτη, χωρίς επιδράσεις, εκτός Βυζαντινού πεδίου, και πιο κοντά στην Ελληνική παράδοση.
Ο Φώτης Κόντογλου πέθανε στις 3 Ιουλίου το 1965.Θεωρείται από τους σημαντικότερους εικαστικούς , ο οποίος άνοιξε δρόμους στην Ελληνική ζωγραφική, αλλά και αναβίωσε την Βυζαντινή αγιογραφία, δίνοντάς της καινούργιους δρόμους μέσα από την παράδοση.
Σε μία εποχή που η τέχνη δυτικοκρατείται, ο Κόντογλου αναζήτησε τις αξίες του παρελθόντος και έφερε στο προσκήνιο μία τέχνη που κινδύνευε να χαθεί. Αυτή της Βυζαντινής ζωγραφικής.
Μαθητές του, όπως ο Τσαρούχης, πήγαν την Ελληνική ζωγραφική ένα βήμα πιο μπροστά.
Από την Ρένα Βάλλα(Αρχιτέκτων μηχανικός)