Η ιστορία της Μονής ανάγεται στο 1300. Με βάση το ιστορικό, οι βοσκοί της περιοχής έβλεπαν σε ένα δυσπρόσιτο σημείο της πλαγιάς του Πάρνωνα ένα φως. Αρχικά δεν του έδωσαν σημασία, η συνέχιση του φαινομένου όμως όξυνε την περιέργεια τους με αποτέλεσμα να καταφύγουν στον επίσκοπο Ρέοντος και Πραστού. Ο επίσκοπος συγκέντρωσε το χωριό και επιχείρησαν να δώσουν μία εξήγηση στο αξιοπερίεργο περιστατικό. Το αποτέλεσαν ήταν να αντιληφθούν ότι επρόκειτο για το φως ενός καντηλιού, το οποίο ήταν αναμμένο μπροστά από μία εικόνα. Το ύψος όμως που βρισκόταν η εικόνα καθιστούσε αδύνατη κάθε προσπάθεια προσέγγισής της.
Μετά τις προσευχές τους η εικόνα κατέβηκε σε χαμηλότερο σημείο και οι τολμηρότεροι παρευρισκόμενοι σκαρφάλωσαν στο βουνό και διαπίστωσαν ότι ήταν μία εικόνα της Παναγίας της Βρεφοκρατούσας. Στη συνέχεια έχτισαν ένα πρόχειρο ξύλινο εκκλησάκι, όπου και τοποθέτησαν την εικόνα, ενώ για την πρόσβαση σε αυτό κατασκευάστηκε σχοινένια σκάλα.
Στην περιοχή που βρέθηκε η εικόνα ασκήτευαν δύο μοναχοί, ο Καλλίνικος και ο Δοσίθεος. Ο επίσκοπος τους ζήτησε να εγκατασταθούν στο ακριβές μέρος όπου βρέθηκε η εικόνα. Με τη βοήθεια και των κατοίκων της περιοχής οι δύο μοναχοί δεν άργησαν να κατασκευάσουν ένα μικρό εκκλησάκι και δύο κελιά, δημιουργώντας ουσιαστικά τη Μονή. Με βάση παραδόσεις αλλά και στοιχεία από χειρόγραφα οι δύο μοναχοί βρήκαν φριχτό τέλος στα χέρια δύο Τούρκων. Με βάση την ίδια παράδοση οι δύο σφαγείς έχασαν την όραση τους, όταν επιχείρησαν να συλήσουν το ναό της Μονής και την ξαναβρήκαν μόνο μετά τις ικεσίες των κατοίκων του γειτονικού Κοσμά. Σε αυτό να οφείλονται ίσως και τα προνόμια που απέκτησαν την ίδια περίοδο οι κάτοικοι του συγκεκριμένου χωριού. Τα επόμενα χρόνια η Mονή ακμάζει και αποκτά μεγάλο αριθμό προσκυνητών και δωρητών.
Μετά την αποτυχημένη επανάσταση του 1770 (Ορλωφικά) οι Τούρκοι καταστρέφουν σαν αντίποινα την Πελοπόννησο. Την περίοδο αυτή η μονή πυρπολείται και λαφυραγωγείται, ενώ οι μοναχοί της σφαγιάζονται. Η Μονή ανακατασκευάστηκε την επόμενη δεκαετία.
Μεγάλη ακμή γνώρισε η Μονή και κατά την πρώτη δεκαετία του δεκάτου ογδόου αιώνα. Μεταξύ άλλων πραγματοποιήθηκαν τότε το χτίσιμο καινούριου ναού και βοηθητικών κτιρίων, πολλά από τα οποία διασώζονται έως σήμερα καθώς και η διάνοιξη δρόμου.
Η ακμή αυτή της Μονής οδήγησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να την αναγνωρίσει ως Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να της δοθούν πολλά προνόμια μέσω σουλτανικών διαταγμάτων αλλά και να υποχρεούται πλέον να καταβάλλει ετήσιο φόρο στο Πατριαρχείο. Αποφεύχθηκε έτσι η πιθανή καταπάτηση των περιουσιακών της στοιχείων.
Σημαντική συμβολή είχε η Μονή Ελώνης και στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, κάτι που πιστοποιείται και από έγγραφο της Πελοποννησιακή γερουσία.
Κατά τη βασιλεία του Όθωνα η Μονή κρίθηκε διατηρητέα. Μετά το διάταγμα «περί διαλύσεως των Μοναστηριών» του 1833 η Μονή έχασε την παλιά της αίγλη, η περιουσία της καταπατήθηκε και οι μοναχοί εκδιώχθηκαν.
Το 1972 η Μονή ανασυστάθηκε και λειτουργεί έως και σήμερα ως γυναικεία.
Ο ναός της Μονής χρονολογείται από το 1809, πληροφορία που παρέχεται από επιγραφή στην κεντρική του είσοδο. Χτίστηκε επάνω στα θεμέλια του προηγούμενου καταστρεμμένου ναού και έχει μεγαλύτερο μέγεθος από τον προηγούμενο. Συγκεκριμένα έχει μήκος 14,90 μέτρα και πλάτος 5,10.
Δε διαθέτει τρούλο, ούτε όμως και αγιογραφίες. Το τέμπλο του όμως είναι σκαλιστό και προέρχεται από ξύλο καρυδιάς. Πάνω σε αυτό είναι ζωγραφισμένες παραστάσεις από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, έργα σημαντικών καλλιτεχνών, όπως προκύπτει και από τις ενθυμήσεις που υπάρχουν πάνω σε αυτές. Το κωδωνοστάσιο του ναού κατασκευάστηκε το 1831.
Ο ναός είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου και γιορτάζει στις 15 Αυγούστου.
Τηλέφωνο Μονής Παναγιάς Έλωνας – 27570 22 201