Skip to content

Με ένα πιάτο φακές, με δυο ελιές

 

Με ένα πιάτο φακές, με δύο ελιές

 

Γράφει ο Νίκος Ξυδάκης

Ποιος θα φανταζόταν πριν από δυο-τρία χρόνια ότι ένα καλοστρωμένο τραπέζι,

προορισμένο να ευ­φράνει και να ενώσει ανθρώπους, στα μάτια του σημερινού

Έλληνα θα μπορούσε να προκαλέσει δεύτερες σκέψεις, να προκαλέσει ένα

κόμπιασμα,αισθήματα ενοχής. Ναι. ακόμη και ενοχή. Διότι σκέφτεσαι: αυτό που

έχω εγώ μπροστά μου για να το απολαύσω με οικείους και φίλους, άλλοι

συνάνθρωποι δεν το διαθέτουν, το στερούνται, δεν μπορούν καν να το διανοηθούν.

Αυτή είναι η πραγματικότητα, όσο κι αν την αποφεύγουμε: υπάρχουν συνάνθρωποι

πολλοί γύρω μας, νοικοκύρη­δες έως πρόσφατα, που δεν τους έλειπαν τα χρειώδη και

το κατιτίς παραπάνω, που τώρα στερούνται των αναγκαίων και υποφέρουν σιωπηλά.

Υποφέρουν όχι μόνο εξαιτίας της υλι­κής ένδειας, αλλά και λόγω της τρωθείσας

αξιοπρέπειας τους: διότι η φτώ­χεια ταυτίζεται λανθασμένα με την αναξιότητα και την

αναξιοπρέπεια.

Το αναποδογύρισμα του καιρού, των συνηθειών και των αξιών ας μας οδη­γήσει όμως

και σε άλλες σκέψεις, σε άλλη στάση. Τώρα μπορούμε ίσως να αποτιμήσουμε βαθύτερα

την αξία, ουσιαστική και συμβολική, του στρωμέ­νου τραπεζιού με τα αγαθά του Αβρα­άμ:

τίποτε δεν είναι αυτονόητο, τίπο­τε δεν δίδεται δωρεάν. Πόσο το σεβα­στήκαμε αυτό το

τραπέζι όταν το βλέ­παμε πληθωρικό μπροστά μας; Πόσο το τιμήσαμε και πώς το

μοιραστήκα­με; Τι είδους χαρά αντλήσαμε; Πώς μας βοήθησε να δίνουμε διαρκώς

πε­ριεχόμενο και νόημα στη ζωή μας; Τέτοια.

Ας τα σκεφτούμε, τώρα έστω. Αν σκεφτούμε, τότε ανοίγεται μια πολλαπλή δυνατότητα,

ανακουφιστική, σχεδόν απελευθερωτική: αφενός να κατανοήσουμε την κατάσταση του

στερημένου συνανθρώπου, να συμπονέσουμε και να βοηθήσουμε· όχι απλώςνα ελεήσουμε,

αλλά να διαμορφώσουμε συνθήκες τέτοιες που να μη λεί­πουν ποτέ τα χρειώδη από κανένα

τρα­πέζι. Αφετέρου να μετρήσουμε τις α­νάγκες μας με άλλο μέτρο: Πόσα πράγματι

χρειαζόμαστε για να χορτάσουμε και να χαρούμε; Η πλησμονή, ο πληθωρισμός,

η απληστία οδηγούν στη χαρά ή αντιθέτως στην ανηδονία και την ύβρη;

Τέλος, να υπερ­βούμε την ενοχή, που καθηλώνει και μουδιάζει καιαδρανοποιεί, εφό­σον

συνθέσουμε τα προειρηθέντα: το τραπέζι της Κυριακής και το τραπέζι το καθημερι­νό

εξακολουθούν να είναι πεδία συ­νεύρεσης και κοινωνίας, ικανοποίησης υλικών ανα­γκών,

αλλά και πηγή ψυχικής χαράς και πεδίο πολιτισμού.

Σε κάθε ιστορι­κή περίοδο, και την πιο ζοφερή, σε κάθε στιγμή του βίου, και την πιο δυσχερή

και πικρή, οι άνθρωποι σμίγουν γύρω από ένα τραπέζι, για νεκρόδειπνο και γαμήλιο γεύμα,

για κο­λατσιό δουλειάς και δείπνο συμφιλί­ωσης, για απόδειπνο στοχαστικό.

Με ένα πιάτο φακές, με δυο ελιές κι ένα τσούγκρισμα που ξορκίζει και εγκαρδιώνει.

Το τραπέζι είναι δικαίωμα οι­κουμενικό και διαρκές.

Η ένδεια ας μας φρονηματίσει, αλλά ας μη μας κά­νει ζαρωμένα ανθρωπάκια.

πηγή Γαστρονόμος

τεύχος Φεβρουάριος 2013

 

 

Section 1
Section 2
Section 3