Οι συζητήσεις μας συνήθως είναι ανούσιες. Περιστρέφονται γύρω από την καθημερινότητα, τις ανάγκες μας, τα νέα μας, είναι σχολιασμοί με θέματα από την οικονομία, την πολιτική, τον αθλητισμό, τις εκπομπές της τηλεόρασης, ιδίως αυτές που έχουν μεγάλη θεαματικότητα. Ζητούμε να επικοινωνήσουμε με τους άλλους. Ψάχνουμε να βρούμε κοινά σημεία, ώστε αφορμώμενοι από αυτά, να μπορούμε να αισθανθούμε οικειότητα. Ρωτάμε, μας ρωτούν. Απαντούμε, μας απαντούν. Μας λείπει όμως η συζήτηση και για κάποια ουσιώδη. Αυτά που δεν μένουν στο σήμερα, αλλά το υπερβαίνουν, δίνοντας μορφή αιωνιότητας, πνευματικότητας στις ερωτήσεις και τις αναζητήσεις μας.
Ακόμη όμως κι αν ξεκινήσουμε στην προοπτική να κάνουμε τέτοιες συζητήσεις, υποκύπτουμε στον πειρασμό να μην ρωτήσουμε από δίψα για αλήθεια, αλλά από μία ψευτοανάγκη να δείξουμε ότι γνωρίζουμε την πίστη ή έχουμε αναζήτηση. Γι᾽ αυτό και συνήθως οι απαντήσεις είναι ηθικολογικού περιεχομένου. Καθώς περιστρέφονται γύρω από την ανάγκη για μετάνοια και αλλαγή, δεν μας αφήνουν να δούμε ότι η όποια μεταστροφή γίνεται, έχει βάθος και διάρκεια εφόσον ξεκινά από το κίνητρο της οντολογικής μεταβολής, την αλλαγή της καρδιάς και δεν είναι απλώς αλλαγή ηθικού προσανατολισμού.
Μία υπαρξιακή αλλαγή συναντούμε στο πρόσωπο του δεσμοφύλακα της φυλακής των Φιλίππων,όταν σ᾽ αυτήν κρατούνταν δεσμοί οι απόστολοι Παύλος και Σίλας.
“Κύριοι, τι με δει ποιείν ίνα σωθώ;” (Πράξ. 16,30). “ Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;”.
Το ερώτημα δεν έχει να κάνει πλέον με το να σώσει την ζωή του, την θέση του, την υπόληψή του, την αποστολή του. Έχει να κάνει με την ύπαρξή του. Είναι οντολογικό. Ο δεσμοφύλακας, ο όποιος έχει δει τους αποστόλους να εξευτελίζονται δημόσια από την εξουσία της πόλης, να έχουν βασανιστεί άσχημα και να έχουν οδηγηθεί στην φυλακή για τα περαιτέρω, μόνο και μόνο γιατί κήρυξαν τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Θεό, αλλά και απάλλαξαν μία δυστυχισμένη κοπέλα από δαιμονικό πνεύμα, καταλαβαίνει ότι στα πρόσωπά τους φανερώνεται η αλήθεια του Θεού. Η εργασία του, η θέση του, οι ιδέες του, η καθημερινότητά του, οι άνθρωποί του, ο ίδιος ο εαυτός του δεν έχουν την αξία της σωτηρίας που η παρουσία του Χριστού και η πίστη σ᾽ Αυτόν φέρνουν. Και ελευθερώνει τους αποστόλους, οδηγώντας τους στο σπίτι του, για να κάνει να δούνε αυτήν την αλήθεια και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του. Όσοι αγαπούνε, δεν μπορεί να μείνουν αμέτοχοι της δικής του χαράς.
Οι απόστολοι λένε ξεκάθαρα στον δεσμοφύλακα και σε μας: “Πίστεψε στον Ιησού Χριστό και θα σωθείς κι εσύ και οι δικοί σου” (Πράξ. 16, 31). Αυτή είναι η απάντηση και στον καθέναν μας, αν θέλει να δει την ζωή με προοπτική αλήθειας και αιωνιότητας. Πίστη στον Ιησού Χριστό, ένταξη στην Εκκλησία διά του πρώτου και δευτέρου βαπτίσματος (της μετανοίας) και μαρτυρία αγάπης προς όλους! Η εξωτερική συμπεριφορά τότε, η ηθική μας υπόσταση θα είναι απότοκες της πίστης και όχι η βάση της. Έτσι η Εκκλησία δεν θα είναι θρησκεία, σχήμα του παρόντος κόσμου, αλλά ζωή αιώνιος!