Κι όμως η χαρά είναι το βασικό συστατικό στοιχείο της πνευματικής μας ζωής. Η χαρά προέρχεται από την πίστη και την κοινωνία με το Χριστό. Προέρχεται από την αγάπη την οποία αγωνιζόμαστε να βιώσουμε και που μας κάνει επιεικείς με όλους τους ανθρώπους, ακόμη και μ’ αυτούς που μας εχθρεύονται και μας μισούν για τον τρόπο ζωής που έχουμε επιλέξει. Η χαρά προέρχεται από τον αγώνα για ελευθερία και νίκη κατά των παθών και του πνευματικού θανάτου, που γλυκαίνει αληθινά τη ζωή μας. Η χαρά προέρχεται από την δυνατότητα να δούμε τον κόσμο σε μιαν άλλη προοπτική, αυτήν της αιωνιότητας, και να μην υποταχθούμε στο πνεύμα του πρόσκαιρου, το οποίο μάλλον δεν αφήνει περιθώρια για αληθινή ζωή και δημιουργία, τουτέστιν για γνήσια χαρά.
Η χαρά δεν είναι αποτέλεσμα ενός παιχνιδιού ή απόφαση καθηκοντολογικού περιεχομένου. Δεν χαιρόμαστε γιατί είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε
χαρούμενοι, επειδή είμαστε χριστιανοί. Χαιρόμαστε ακριβώς γιατί είμαστε χριστιανοί. Νιώθουμε αυτή την ιδιαίτερη ευλογία στις καρδιές μας να μην φοβόμαστε τον θάνατο, την ήττα, την αποτυχία, ακόμη κι αν αυτά πλησιάζουν στη ζωή μας και την απειλούν.
Δεν έχει «πρέπει» η χριστιανική ζωή; Πόσο γελασμένοι είμαστε αν νομίζουμε ότι ο αληθινός χριστιανός κάνει ό,τι κάνει επειδή πρέπει. Ο αληθινός χριστιανός, επειδή λειτουργεί στα πλαίσια της σχέσης με τον Χριστό, Τον οποίο αγαπά, όπως και Εκείνος τον αγαπά, γι’ αυτό άλλωστε ανέβηκε και στο σταυρό, χαίρεται που μπορεί να κάνει έστω και το ελάχιστο για να φανεί κατά τι ευάρεστος στον Κύριο. Ακόμη κι αν γνωρίζει ότι Εκείνος μπορεί και συγχωρεί τα πάντα σ’ αυτόν που βάζει αρχή μετανοίας, η χαρά του χριστιανού είναι να παλεύει να αγαπήσει τον Θεό. Ακόμη και η στέρηση δεν είναι λύπη, γιατί είναι μια στένωση που δίνει νόημα στη ζωή, καθώς νικά τον εαυτό του που θέλει την ελευθερία για να ζήσει κατά το θέλημά του. Και όταν ο χριστιανός ζει κατά το θέλημα Εκείνου που του απέδειξε ότι τον αγαπά επάνω στο σταυρό, δεν μπορεί παρά να ζει την χαρά και να αντέχει την όποια λύπη.
Πώς αυτό μπορεί να έχει εφαρμογή σήμερα; Μπορεί ο χριστιανός να αναισθητεί στην δυστυχία και δυσκολία και απόγνωση των άλλων;
Δεν είναι αναισθησία να είναι κανείς χαρούμενος επειδή γνωρίζει ότι ο Χριστός δεν εγκαταλείπει εκείνον που πιστεύει σ’ Αυτόν. Δεν είναι αναισθησία να είναι κανείς χαρούμενος γιατί ο Χριστός του δίνει την δυνατότητα να ζήσει με περισσότερη ταπείνωση, εμπιστευόμενος τον εαυτό του, τις μέριμνές του, τους οικείους του επί Κύριον, ακόμη κι αν ο χρόνος δεν είναι το κατεξοχήν βοηθητικό στοιχείο σε μια τέτοια πραγματικότητα. Δεν είναι αναισθησία να μπορεί ο χριστιανός να χαίρεται επειδή του δίνεται η δυνατότητα όχι να σωρεύει αγαθά, αλλά να μοιράζεται με τον πλησίον του το λίγο ή το πολύ που εκείνος έχει ανάγκη και ο ίδιος μπορεί να δώσει.
Οι ανθρώπινες κοινωνίες και ο σύγχρονος πολιτισμός αποθέωσαν την χαρά της ηδονής, την χαρά του δικαιώματος,την χαρά του περιττού (από συσκευές και τεχνολογικά μέσα, μέχρι σχέσεις που δεν έχουν κανένα νόημα), την χαρά της ύλης.