Στην Ορθοδοξία ανέκαθεν ίσχυε ο κανών του Αποστόλου Παύλου: Το σώμα έχει πολλά μέλη και το κάθε μέλος έχει τη δική του αποστολή, που εκπληρούμενη συμβάλλει, με την αξία και την μοναδικότητά της, στη γενική αρμονία. Το να θέλουν όλα τα μέλη να εκτελούν την ίδια λειτουργία στο σώμα αποτελεί ένδειξη σοβαρής ασθένειας των ίδιων και του σώματος. «Δεν είναι όλοι απόστολοι ούτε όλοι προφήτες ούτε όλοι διδάσκαλοι. Δεν είναι όλοι θαυματουργοί ούτε όλοι θεραπευτές ούτε όλοι λαλούν γλώσσες κι ούτε όλοι ξέρουν πως να τις εξηγούν» (Α΄ Κορ. 12, 29-31). Είναι επίσης γνωστό το του Αποστόλου Παύλου: «ουκ ένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς είς εστέ εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ. 3, 28). Ως εκ τούτου η παρουσία της γυναίκας στο σώμα της Εκκλησίας είναι ταυτόσημη και ισότιμη με εκείνη του άνδρα, διότι και οι δύο ως πιστοί και μέλη του ιδίου σώματος ενώνονται μεταξύ τους και μαζί με τη Θεία Κεφαλή του Σώματος σε μία «εν Χριστώ» ζωή.
Η εξύψωση της γυναίκας βρίσκει την υψηλότερη έκφρασή της στο πρόσωπο της Παρθένου Μαρίας και ιδίως στη συμβολή της στην ενσάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού. Η Θεοτόκος Μαρία αποτελεί την θαυμαστή γυναίκα, το πρότυπο κάθε χριστιανού. Σε ολόκληρη όμως την ιστορία της Εκκλησίας μας συναντάμε γυναίκες-πρότυπα, γυναίκες Αγίες που με την αρετή τους υπηρέτησαν το Θεό και τον άνθρωπο.
Ο Χριστιανισμός εξύψωσε πραγματικά και ουσιαστικά την γυναίκα. Δεν θα πρέπει να λησμονήσουμε τις μαθήτριες του Χριστού, όπως μας τις παρουσιάζουν οι ιεροί Ευαγγελιστές, είτε ως φιλόστοργους διακόνους του Χριστού, είτε ως αφοσιωμένες μαθήτριες, είτε ως τολμηρές μυροφόρες, είτε ως ευαγγελίστριες του μηνύματος της Αναστάσεως του Χριστού. Αλλά και ως συνεργάτιδες στο ιεραποστολικό έργο των Αποστόλων εμφανίζονται οι ευσεβείς γυναίκες και μνημονεύονται στα έργα τους. Αναφέρουμε τις γυναίκες που κατονομάζει ο Απόστολος Παύλος στο κεφάλαιο 16 της προς Ρωμαίους: «χαιρετίστε την Περσίδα, την αγαπητή…, χαιρετίστε τον Ρούφο, τον εκλεκτό εν Κυρίω, και τη μητέρα του και δική μου μητέρα», «χαιρετίστε τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, τους συνεργάτες μου, που πρόταξαν το στήθος τους για να με προστατεύσουν», «χαιρετίστε τον Ανδρόνικο και την Ιουνία…, που είναι επίσημοι ανάμεσα στους Αποστόλους και έγιναν χριστιανοί πριν από μένα…, χαιρετίστε την Τρύφαινα και την Τρυφώσα, που κοπιάζουν στην υπηρεσία του Κυρίου».
Όμως, ο σημαντικός και ο διακεκριμένος ρόλος των γυναικών εκφράζεται στην τυπολογική αναλογία Εύας-Μαρίας, στην οποία εμπεριέχεται μια «ανακύκληση», καθώς η ανυπακοή της Εύας αποκαταστάθηκε με την αποδοχή της βουλής του Θεού μέσω του Αγίου Πνεύματος από την Παρθένο Μαρία για την Ενσάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού. Η Εύα παρίσταται ως η εκπέσουσα αρχαία ανθρωπότητα, η οποία για την παρακοή της «την κατάραν εισωκίσατο», ενώ η Μαρία ως η ανακαίνιση της αρχαίας πεσούσης ανθρωπότητος, η οποία συντελέσθηκε με τη Γέννηση του Χριστού και εμφανίζεται ως νέα ανθρωπότητα, η «καινή εν Χριστώ κτίσις». Κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο με τη γέννηση του Νέου Αδάμ από τη Νέα Εύα έκλεισε ο κύκλος της δημιουργίας του ανθρώπου και θεμελιώθηκε θεολογικά η ισότητα των δύο φύλων.
Στα πλαίσια του γυναικείου έργου δεν πρέπει να παραλειφθεί η σπουδαιότητα του γυναικείου μοναχισμού, ο οποίος συνέβαλε στην ανύψωση της θέσης των γυναικών στην Εκκλησία. Δηλώνεται έτσι όχι μόνο ο κοινωνικός ρόλος και η προσφορά τους στην κοσμική ζωή, αλλά και η πνευματική τους δύναμη στο μοναχικό βίο. Ο μοναχισμός είναι ένα ιδιαίτερος τρόπος ζωής, τον οποίο εκούσια διάγουν άνδρες και γυναίκες και υπόκεινται στη δοκιμασία και την εγκράτεια ανάλογα με τις ιδιαίτερες κλίσεις τους. Γεγονός που αναιρεί την πεποίθηση για διάκριση αρσενικού και θηλυκού μέσα στην Εκκλησία, εφόσον και τα δύο φύλα έχουν το δικαίωμα να αναχθούν στο Θείο, επιτυγχάνοντας την υπεροχή τους ενώπιον του Θεού μέσα από ένα σχετικά δυσκολότερο δρόμο από εκείνον του εγκόσμιου βίου.
Η ιδιαιτερότητα της γυναίκας και των λειτουργημάτων, που επιτελεί μέσα στην Εκκλησία, την καθιστά ισότιμο μέλος προς τον άνδρα. Το γεγονός ότι εξαιρούνται οι γυναίκες από το μυστήριο της ιεροσύνης, σε καμιά περίπτωση σημαίνει απόρριψη της μυστηριακής ιεροσύνης των γυναικών. Η Ιεροσύνη πρόκειται για Μυστήριο θεσμοθετημένο από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό, δοσμένο από Εκείνον μόνο στους Αποστόλους και στους συνεχιστές του έργου τους άνδρες-κληρικούς. Εξαίρεση δεν αποτέλεσε ούτε η ίδια η Θεοτόκος, μέσω της οποίας τελειοποιήθηκε το έργο της «εν Χριστώ» οικονομίας. Το παράδειγμα του Κυρίου ακολούθησαν και οι Απόστολοι, που δεν χειροτόνησαν γυναίκες. Από την πρακτική αυτή δεν απομακρύνθηκε η Εκκλησία στη διάρκεια του βίου της.
Στη πορεία της ζωής της Εκκλησίας δεν έπαψαν οι γυναίκες να εργάζονται στο χώρο Της, σε έργα τόσο φιλανθρωπικά για τον κάθε άνθρωπο, όσο και στα έργα της ιεραποστολής και παρουσίας του χριστιανικού μηνύματος στο κόσμο. Η Ολυμπία, η Φοίβη, η Πενταδία, η Αμπρούκλα, η Σιβινιανή χειροτονούνται διακόνισσες και αφοσιώνονται στο πολύπλευρο έργο τους με ευλάβεια.
Στο ίδιο έργο διακονίας αφοσιώνονται και πάρα πολλές γυναίκες στις μέρες μας. Η γυναίκα, αποκτώντας ενεργό ρόλο στη ζωή της ενορίας, δείχνει τον δρόμο προς τον εξανθρωπισμό της κοινότητας και συμβάλλει στην προσφορά της ευχαριστιακής σύναξης. Η γυναίκα ως ενορίτης, η γυναίκα ως παρασκευάστρια του προσφόρου, η γυναίκα ως εκκλησιαστική επίτροπος, η γυναίκα ως κατηχήτρια, ως διακόνισσα των έργων αγάπης, ως μοναχή, ως ψάλτρια, ως φιλάνθρωπος μετέχει στα εκκλησιαστικά πράγματα με επίγνωση, υπευθυνότητα και αποδοτικότητα.
Πράγματι, οι γυναίκες είναι ισότιμες με τους άνδρες και μάλιστα κατέχουν το κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, ως αναπόσπαστα μέλη της Εκκλησίας. Ειδικότερα, η γυναίκα συμβολίζει την ίδια την Εκκλησία, τον ναό του Θεού, που δέχεται το σώμα των πιστών. Γι΄ αυτό άλλωστε και το διακονικό της έργο στην Εκκλησία είναι έργο αγάπης και φιλανθρωπίας προς τον πλησίον. Η συμβολική προσφορά της γυναίκας στην εκκλησιαστική ζωή είναι έργο που αγκαλιάζει όλο το ποίμνιο.
Ο χριστιανισμός θεώρησε αυτονόητο να υψώσει ναούς σε γυναίκες, να τις υμνήσει με ύμνους και εικόνες, να υψώσει γυναικεία πρότυπα που κάθε γυναίκα μπορεί να κατακτήσει. Πρότυπα γυναικών που έφτασαν στη θέωση, ενώθηκαν με το Θεό, τέλεσαν θαύματα πριν και μετά την κοίμησή τους, δίδαξαν άντρες, αντιστάθηκαν σε αυτοκράτορες, άντεξαν φρικτά βασανιστήρια και συμβούλεψαν ακόμη και οικουμενική σύνοδο.
Κλείνοντας, ας δούμε μερικά από τα πρότυπα αυτά: Η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή («η τέτραθλος και ανδρεία γυνή» κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο), η Φωτεινή και η Μαριάμνα (μαθήτριες του Χριστού), η Αγία Μεγαλομάρτυς Αικατερίνα η Πάνσοφος, η οποία εμφανίστηκε ενώπιον του αυτοκράτορα και τον κάλεσε με παρρησία να σταματήσει το διωγμό κατά των χριστιανών. Οι Αγίες μεγαλομάρτυρες, από 16 έως 20 ετών, Κυριακή, Ειρήνη, Παρασκευή, Μαρίνα, Αναστασία, Καλλιόπη, που αψήφησαν τη ρωμαϊκή κοσμοκρατορία και προτίμησαν τα βασανιστήρια μέχρι θανάτου από το να αποκαλέσουν «Κύριο και Θεό» τον αυτοκράτορα. Η Αγία Μελάνη που μαζί με τον άντρα της σκόρπισε την περιουσία της απελευθερώνοντας αιχμαλώτους και κατέληξε πνευματική μητέρα της γυναικείας μοναστικής αδελφότητας. Η Αγία Ειρήνη του Χρυσοβαλάντου, πνευματική μητέρα πατριαρχών, που υψωνόταν στον αέρα και λύγιζαν τα κυπαρίσσια όταν προσευχόταν. Η Αγία Ματρώνα η Χιοπολίτιδα που έζησε στη Χίο το 15ο αιώνα και τέλεσε αμέτρητα θαύματα και εν ζωή και μετά την κοίμησή της.
Ας αναφέρουμε όμως και μερικές ευσεβείς μητέρες Αγίων, που εκπλήρωσαν με τον καλύτερο τρόπο την ύψιστη αποστολή της μητρότητας: ανέθρεψαν Αγίους. Ανάμεσά τους βρίσκονται η Αγία Ευβούλη μητέρα του γιατρού Αγίου Παντελεήμονα, η Αγία Άννα μητέρα του προφήτη Σαμουήλ, η Αγία Θεοδότη μητέρα των Αγίων γιατρών Κοσμά και Δαμιανού των Αναργύρων, η Αγία Εμμέλεια μητέρα του Μεγάλου Βασιλείου, η Αγία Νόννα μητέρα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, η Αγία Ανθία μητέρα του Αγίου Ελευθερίου.
Υπάρχουν επίσης και θαυμαστά ζεύγη Αγίων, όπως οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα (γονείς της Παναγίας), ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ (γονείς του Προδρόμου), η Πολυχρονία και ο Γερόντιος (γονείς του Αγίου Γεωργίου), η Θεοπίστη και ο Ευστάθιος (μαρτύρησαν με τα παιδιά τους) και αμέτρητοι άλλοι.
Εν κατακλείδι, όλες αυτές οι Αγίες τιμήθηκαν και τιμώνται από τους Χριστιανούς, υμνούνται από τους Επισκόπους, εγκωμιάζονται από τους Πατέρες της Εκκλησίας, βιογραφήθηκαν και οι βιογραφίες τους διαβάζονται στην Εκκλησία και στα μοναστήρια κατά την ημέρα τιμής της μνήμης τους. Συνεπώς ο Χριστιανισμός εξύψωσε πραγματικά και ουσιαστικά τη γυναίκα.
Συγγραφή: Λαζάρω Παναγιώτου
Επιμέλεια: Ρένος Κωνσταντίνου