Από το Βιβλίο: «Όσιος Δαβίδ: Έκδοση Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ, Λίμνη Ευβοίας 1996».
1.Ένα μεγάλο θαύμα.
Όταν κάποτε ο Όσιος Δαβίδ χρειάστηκε να περάσει από την Αταλάντη στις Ροβιές της Β. Ευβοίας, παρακάλεσε εκεί ένα βαρκάρη να τον περάσει απέναντι. Ο βαρκάρης τον είδε ρακένδυτο και αρνήθηκε.
Ο Όσιος χωρίς να γογγύσει έβγαλε το τριμμένο ράσο του , το άπλωσε πάνω στο νερό της θάλασσας, έκανε το σημείο του Σταυρού, προσευχήθηκε και ανέβηκε επάνω του και ώ του θαύματος, άρχισε να ταξιδεύει!
Βλέποντας ο βαρκάρης τον Όσιο να ταξιδεύει επάνω στο ράσο του μονολόγησε: «Να, αυτός είναι ο καλόγερος, που είπε να τον πάρω. Αυτός είναι άγιος!». Και άρχισε αμέσως να φωνάζει από μακριά: «έλα παππού μου να σε πάρω, έλα…». Ο Άγιος άκουσε την φωνή του βαρκάρη, τον ευλόγησε και συνέχισε να ταξιδεύει με τον θαυμαστό αυτό τρόπο. (σ. 21).
2. Και άλλο μεγάλο θαύμα.
Επειδή ο Όσιος Δαβίδ δεν είχε τα απαραίτητα χρήματα, για να κτίσει το Μοναστήρι του έφυγε να κάνει εράνους (τη λεγόμενη «λογία»). Έφθασε μέχρι και τη Ρωσία, όπου οι Χριστιανοί του πρόσφεραν πολλά χρήματα και άλλα πολύτιμα δώρα. Πως όμως θα μετέφερε ο Όσιος τόσο χρήμα και δώρα από τη Ρωσία στην Εύβοια;
Ιδού τι τον φώτισε ο Θεός και έκανε. Κούφωσε ένα μεγάλο κούτσουρο, σφράγισε μέσα σ’ αυτό τα χρήματα και τα δώρα, έκανε το σημείο του Σταυρού, έριξε το κούτσουρο με το θησαυρό σ’ ένα ποτάμι της Ρωσίας, προσευχήθηκε και στο τέλος είπε: «Έως ότου φθάσω στο νησί της Εύβοιας, να φθάσει και το κούτσουρο με το θησαυρό στην παραλία των Ροβιών».
Πράγματι, όταν μετά από καιρό ο Όσιος Δαβίδ επέστρεψε από τη Ρωσία και έφθασε στις Ροβιές, είδε το κούτσουρο με το θησαυρό να τον περιμένει στην παραλία. Μάλιστα οι κάτοικοι εκεί, που πρώτη τους φορά έβλεπαν ένα τέτοιο ξύλο, προσπαθούσαν με τα τσεκούρια τους να το ανοίξουν. Μάταια όμως, γιατί τα τσεκούρια στράβωναν ή έσπαγαν και εκείνο δεν άνοιγε.
Τους πλησίασε ο Άγιος και τους είπε: «Τι κάνετε εκεί, ανόητοι είστε; Που πάτε ν’ ανοίξετε αυτό το κούτσουρο; Το ξύλο αυτό περιέχει θησαυρό, με τον οποίο θα κτίσω το Μοναστήρι προς δόξαν της Μεταμορφώσεως του Δεσπότου μας Χριστού». (σ 23)
3. Θαυμάτων συνέχεια….
Κατόπιν, ο Όσιος Δαβίδ ανηφόρισε για το βουνό και, καθώς έφθανε, συνάντησε τους τεχνίτες. Είχαν ήδη αρχίσει το κτίσιμο της Μονής κοντά στο ερειπωμένο Εκκλησάκι της Μεταμορφώσεως, και όχι στην κορυφή του βουνού, όπου εκείνος τους είχε υποδείξει. Ο Γέροντας ρώτησε με πόνο καρδιάς τους τεχνίτες. «Γιατί αδελφοί μου, αρχίσατε να κτίζετε το Μοναστήρι εδώ και όχι ψηλά στην κορυφή του βουνού, εκεί που σας είχα πει;».
«Επειδή, Γέροντα, πιστεύαμε ότι εκεί στην κορυφή δεν υπάρχει νερό», απάντησαν εκείνοι…!
«Πάμε!», τους λέγει ο Όσιος, «να δείτε υπάρχει νερό ή όχι;». Πήγαν πράγματι στον τόπο εκείνο.
Γονάτισε ο Όσιος, προσευχήθηκε και χτύπησε με το ραβδί του στη ρίζα ενός μεγάλου δένδρου. Αμέσως, ώ του θαύματος, ανέβλυσε το νερό ποτάμι! Όλοι δόξασαν τότε τον Θεό και τον Άγιο για το θαύμα αυτό, που ήταν για τους τεχνίτες ένα πολύ καλό μάθημα πίστεως και των κατορθωμάτων της. Ο Όσιος, παρ’ όλα αυτά, επέτρεψε στους τεχνίτες να συνεχίσουν το κτίσιμο της Μονής εκεί όπου είχαν αρχίσει, στον τόπο δηλαδή όπου είναι η σημερινή Μονή του.
Το νερό αυτό που ανέβλυσε στο βουνό, με το θαύμα του Αγίου Δαβίδ, μετά από πολλά χρόνια, το 1963, οι κάτοικοι του χωριού Λιβανάτες του Ν. Φθιώτιδος, πατριώτες του Αγίου, το μετέφεραν με προσωπική τους εργασία και έξοδα στο Μοναστήρι. Πλούσιες βρύσες στην αυλή και στο προαύλιο της Μονής δίνουν σήμερα καθαρό, γλυκό και ιαματικό (θαυματουργικό νερό), το λεγόμενο «αγιονέρι». (σ.23-24).
Τρία από τα θαύματα του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη.
1.Το «πέντε» στην εξέταση και ο Γέροντας Πορφύριος.
Ήμουν φοιτήτρια και είχα εξεταστική. Τη Δευτέρα έδινα μάθημα και στις 9 το βράδυ του Σαββάτου έμαθα ότι είχα διαβάσει λάθος ύλη. Πανικοβλήθηκα!
Με την προτροπή της μαμάς μου προσέτρεξα στον Γέροντα Πορφύριο.
Το άλλο πρωί στις 7 ήμουν με τους γονείς μου στη Μαλακάσα. Ο Γέροντας με δέχθηκε στο κελάκι του. Δεν έλεγε πολλά λόγια. «Αχ και να πίστευες λίγο! 10 θα έγραφες!» μου είπε απαλά κι άνοιξε το βιβλίο μου τέσσερες φορές. «Δεν πειράζει όμως. και το 5 καλό είναι!»
Από τα τέσσερα θέματα που μου υπέδειξε ο Γέροντας, διάβασα μόνο τα δύο. Τα άλλα δύο τα βρήκα ανούσια και χαζά! Έπεσαν όμως και τα τέσσερα κι εγώ πήρα 5! Καλό ήταν! Καλό μου έκανε! Άλλωστε πάντα με το Γέροντα 5 έπαιρνα. Το παραπάνω δεν το αντέχω, ούτε το αξίζω και το ξέρω. Πηγή: Επτάλοφος. Βλ. «Το ζωντανό Ιστολόγιο». Έγινε συντόμευση της διήγησης.
2. Ο Γέροντας Πορφύριος και ο βλάσφημος ταξιτζής.
Μια μέρα, ὁ Γέροντας Πορφύριος πήρε τρία πνευματικά του παιδιά, για να τελέσει έναν Εσπερινό σε κάποιο μοναστήρι. Απoφάσισαν να πάρουν ταξί. Αμέσως φάνηκε ένα ταξί και τα πνευματικά του παιδιά είπαν να του κάνουν νεύμα να σταματήσει.
Θα σταματήσει μόνος του ο οδηγός, αλλά όταν μπούμε μέσα, μη μιλήσει κανένας στον οδηγό. Μόνον εγώ θα του μιλάω, είπε ο Γέροντας Πορφύριος.
Πράγματι, το αυτοκίνητο σταμάτησε χωρίς να του κάνουν νεύμα.
Μόλις ξεκίνησε, άρχισε ο οδηγός να καταφέρεται εναντίον των κληρικών και να τους κατηγορεί για 1002 πράγματα.
– Έτσι δεν είναι ρε παιδιά; Τί λέτε κι’ εσείς, έλεγε ο οδηγός του ταξί στα παιδιά, αλλά εκείνα όμως, «τσιμουδιά», κατά την εντολή του Γέροντος Πορφυρίου. . Αφού, λοιπόν, είδε και αποείδε ότι δεν του απαντούσαν τα παιδιά, ο οδηγός στράφηκε στο Γέροντα:
-Έτσι δεν είναι παππούλη; Τί λες κι’ εσύ; Δεν είναι αλήθεια αυτά τα πράγματα που γράφουν κι οι εφημερίδες; Του λέει, τότε, ὁ Γέροντας Πορφύριος: –
-Παιδί μου, θα σου πω μια μικρή ιστορία. Θα σου την πω μια φορά, δεν θα χρειασθεί δεύτερη: «Ήταν ένας άνθρωπος από το τάδε μέρος (το ανέφερε), που είχε έναν ηλικιωμένο γείτονα, ο οποίος είχε ένα μεγάλο κτήμα. Μια νύχτα, τον σκότωσε και τον έθαψε. Στη συνέχεια, με διάφορα πλαστά χαρτιά, πήρε το κτήμα του γείτονά του και το πούλησε. Και ξέρεις τί αγόρασε με τα χρήματα τα οποία πήρε, πουλώντας το; Αγόρασε ένα ταξί !!!». Ο οδηγός, συγκλονισμένος, σταματά στην άκρη του δρόμου.
-Μην πεις τίποτε παππούλη. Μόνο εγώ κι ὼ κι’ εσύ το ξέρουμε… . -Όχι, παιδί μου το ξέρει όμως κι’ ο Θεός! Και να φροντίσεις από εδώ και μπρος ν’ αλλάξεις ζωή!
Πηγή: Εκδόσεις Ι. Ησυχαστηρίου Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Μήλεσι Αττικής
3.΄Ενα ακόμα μεγάλο θαύμα του Αγίου Πορφυρίου. (Ελεύθερη απόδοση ομιλίας του καθηγητού κ. Γ. Κρουσταλάκη ). Πηγή: Διαδίκτυο.
Ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος της ελληνικής πνευματικής κοινωνίας μου μίλησε για τα νεανικά του χρόνια. Μου είπε: «Όταν ήμουν 20 χρόνων αγαπητέ μου καθηγητή, ήμουν αναρχικός. Είχα μακριά μαλλιά, είχα σκουλαρίκια, είχα τυραννήσει πνευματικούς ανθρώπους, τους δασκάλους μου. Με έστειλαν σ’ ένα χριστιανικό οικοτροφείο και το έκανα άνω-κάτω!
Μια μέρα, με την προτροπή ενός θείου μου, αποφάσισα να επισκεφθώ τον πατέρα Πορφύριο. Νόμιζα ότι θα συναντούσα ένα αφελές γεροντάκι, αλλά γρήγορα διαψεύστηκα!
Μόλις με είδε ο Γέροντας μου είπε: «Μωρέ εσύ θέλεις να πιστέψεις, αλλά δεν σε αφήνει το πολύ σου, το δυνατό σου μυαλό! Αλλά που θα πας; Σε αγαπάει, σε περιμένει ο Χριστός και θα σε κερδίσει μια μέρα! Μωρέ, έλα αύριο να τα πούμε!» Πήγα εγώ την άλλη μέρα να τα πούμε…!
Ο Γέροντας, μόλις με είδε, μου είπε: «Μωρέ, σου αρέσουν τα ποιήματα; Γιατί, κι εγώ είμαι …ποιητής! Πάμε στο δάσος να σου απαγγείλω;» Με πήρε από το χέρι κι άρχισε να μου λέει ποιήματα…!
Εγώ, καθώς άκουγα αναλύθηκα σε δάκρυα και έκλαιγα. Γιατί…; Διότι, αυτά τα ποιήματα, που απάγγελνε ο Γέροντας, ήσαν τα δικά μου ποιήματα! Αυτά, που είχα γράψει και τα είχα κρυμμένα σ’ ένα τετράδιο, πιστεύοντας ότι κάποια μέρα θα τα δημοσίευα. Είχα συγκλονισθεί!
Ο νέος εκείνος έγινε καθηγητής σε δύο πανεπιστήμια και ιερέας!
Εκ του βιβλίου: «Ο νεοφανής Άγιος της Ρωσικής Εκκλησίας Σεραφείμ της Βίριτσα.» Εκδόσεις «Ορθόδοξη Κυψέλη».
1. Πως ο Γέροντας βοήθησε έναν αξιωματικό.
Μια μέρα μια γυναίκα επισκέφτηκε τον πατέρα Σεραφείμ στο σπίτι του στη λεωφόρο Πίλνι. Πριν φύγει ο Γέροντας της είπε:
-Θα βγεις στη λεωφόρο Κομμουνάλνι, θα περάσεις την γέφυρα και εκεί θα συναντήσεις έναν αξιωματικό. Αυτός είναι σε πολύ δύσκολη θέση, δώσε του αυτόν τον φάκελο.
Μέσα στο φάκελο ήταν ένα σεβαστό ποσό. Πραγματικά μόλις η γυναίκα πέρασε την γέφυρα συναντήθηκε με έναν αξιωματικό. Στην αρχή ντράπηκε να του δώσει τα χρήματα, αλλά για να μην παρακούσει τον Γέροντα τον πλησίασε και του είπε, ότι ο πατήρ Σεραφείμ θέλει να του δώσει αυτά τα λεφτά.
Ο αξιωματικός με δάκρυα στα μάτια πήρε το φάκελο. Είπε στη γυναίκα ότι το σπίτι του κάηκε και βρέθηκε στο δρόμο σχεδόν γυμνός. Την ρώτησε που μένει ο άγιος αυτός Γέροντας, για να πάει αμέσως να τον ευχαριστήσει. (σ. 80).
2. Η σωτηρία εκείνου που ήθελε να αυτοκτονήσει.
Μια φορά κάποιοι έφεραν στον Γέροντα χίλια ρούβλια. Για εκείνη την εποχή ήταν πάρα πολλά χρήματα. Ο πατήρ Σεραφείμ δεν τα δέχτηκε, αλλά είπε να τα δώσουν οπωσδήποτε στον πρώτο άνθρωπο που θα συναντήσουν στο δρόμο προς το σιδηροδρομικό σταθμό.
Πρώτος που συνάντησαν στο δρόμο ήταν ένας μεθυσμένος άνδρας. Σ’ αυτόν και έδωσαν τα χρήματα αν και δεν ήταν σίγουροι ότι είναι σωστό αυτό που κάνουν. Ο άνθρωπος μόλις τα είδε αμέσως ξεμέθυσε!
Αχ, αγαπητοί μου, με σώσατε από βέβαιο θάνατο! Όπως τους διηγήθηκε ήταν υπάλληλος ενός κρατικού καταστήματος. Στο κατάστημά του έγινε έλεγχος και βρήκαν ότι υπάρχει έλλειμμα χρημάτων, ακριβώς χίλια ρούβλια. Αυτός δεν είχε τόσα λεφτά να πληρώσει και ήταν σίγουρος ό τι θα τον βάλουν στη φυλακή.
Ήταν απελπισμένος και αποφάσισε να αυτοκτονήσει. Για να πάρει όμως θάρρος ήπιε κρασί, γι’ αυτό και ήταν μεθυσμένος! (σ. 81).
Σημ.: Είναι προφανές ότι όλα τα προαναφερθέντα θαύματα έφθασαν μέχρις εμάς από τους λαϊκούς, που ήσαν παρόντες σε αυτά, όπως π.χ. ο βαρκάρης στο πρώτο θαύμα του Οσίου Δαβίδ, οι κάτοικοι στο δεύτερο, οι τεχνίτες στο τρίτο, κ.ο.κ.
« Αν στενοχωριέσαι για κάτι, αυτό σημαίνει πως δεν παραδόθηκες τελείως στο θέλημα του Θεού, έστω κι αν σου φαίνεται πως ζεις έτσι, όπως Εκείνος θέλει. Όποιος ζει κατά το θέλημα του Θεού, αυτός δεν μεριμνά για τίποτα!» (Αγ. Σιλουανός) ΄/