Νοοτροπία και
τρόπος ζωής στη μαζική δημοκρατία
Νοοτροπία και τρόπος ζωής στη μαζική
δημοκρατία
Απόσπασμα* από το βιβλίο Η παρακμή του αστικού πολιτισμού. Από τη μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από το φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία. Παναγιώτης Κονδύλης, εκδόσεις Θεμέλιο.
Κείμενο: Παναγιώτης Κονδύλης
Η νοοτροπία και ο τρόπος ζωής μιας
κοινωνίας προφανώς σχετίζονται στενά με τις εκάστοτε κρατούσες ιδέες για τα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ατόμου, για τον ρόλο του ως συνανθρώπου
καθώς και για την υφή του ως άνθρωπου. Γνωρίζουμε ότι η μεθερμηνεία και η
μετατροπή του φιλελευθερισμού υπό το πνεύμα της μαζικής δημοκρατίας
συντελέσθηκαν πρωταρχικά σε συνάφεια με τη δραστική μετατόπιση του περιεχομένου
της έννοιας του ατομικισμού. Η νέα αντίληψη για το άτομο, με την οποία συναρτώνται
σε ουσιώδη σημεία η νοοτροπία και ο τρόπος ζωής της μαζικής δημοκρατίας,
στηριζόταν σε μια προγραμματική αντικατάσταση των άξιων της αυτοπειθάρχησης από
τις άξιες της αυτοπραγμάτωσης, οι οποίες από την πλευρά τους έχουν διπλή
αναφορά ή διπλή σημασία.
Στο στενότερο επίπεδο του άτομου —εκείθεν ή εντεύθεν των πολιτικών προγραμμάτων— το αίτημα της αυτοπραγμάτωσης
συχνά συνυφαίνεται με τις ηδονιστικές εκείνες στάσεις που υποβαστάζουν ψυχολογικά τη μαζική κατανάλωση και επομένως
την υπόσταση της οικονομίας.
Στο επίπεδο των πολιτικών προγραμμάτων
και σκοποθεσιών το σύνθημα της αυτοπραγμάτωσης του άτομου συνδέθηκε με
αιτήματα, τα οποία σε τελευταία ανάλυση απέβλεπαν στην υλική ισότητα και επί
πλέον στον εκδημοκρατισμό μέσω της συμμετοχής. Σε συνάφεια με τον στόχο της υλικής Ισότητας, η αυτοπραγμάτωση του άτομου σήμαινε ότι το κράτος όφειλε να
προνοήσει για τη δημιουργία των γενικών εκείνων συνθηκών, οι οποίες θα
πρόσφεραν σε κάθε άτομο («γνήσια», δηλαδή όχι απλώς τυπικά-νομικά, ίσες
ευκαιρίες να αναπτύξει ελεύθερα τις φυσικές του καταβολές και τα ενδιαφέροντα
του. Από την άλλη μεριά, η αυτοπραγμάτωση και ο εκδημοκρατισμός φάνηκαν να
συνδέονται στενά επειδή μοναχά άτομα, που έχουν αυτοπραγματωθεί με την παραπάνω
έννοια ή που βρίσκονται τουλάχιστον στον σωστό δρόμο προς την αυτοπραγμάτωση,
έχουν τις απαιτούμενες ικανότητες για να συμμετάσχουν ως ίσοι μεταξύ ίσων στη
διαμόρφωση των κοινωνικά σημαντικών αποφάσεων σε όλες τις βαθμίδες όπου
λαμβάνονται τέτοιες· η συμμετοχή σε δημοκρατικές διαδικασίες είναι λοιπόν
αναγκαίος όρος και συνάμα φυσική συνέπεια της αυτοπραγμάτωσης. Ως πολιτικό
μέγεθος η αυτοπραγμάτωση ισοδυναμεί με τον αυτοπροσδιορισμό, δηλαδή με την
ικανότητα του άτομου να επιβάλλει μέσω της συμμετοχής του σε δημοκρατικές
διαδικασίες αποφάσεων την ατομική αυτοπραγμάτωση ως απόλυτη κοινωνική
προτεραιότητα, και συνάμα να επεξεργάζεται το νομικό πλαίσιο για την υλική
διασφάλιση τούτης της προτεραιότητας. Αντίστοιχα ερμηνεύονται τώρα και τα
«ανθρώπινα δικαιώματα», τα οποία, αντίθετα απ’ όσα ισχυρίζεται η δημοκρατική
τελολογική αντίληψη της Ιστορίας, δεν αποτελούν τελειωτικό πνευματικό και ηθικό
επίτευγμα ύστερα από αιώνες καταπίεσης και σκότους, παρά κατά βάση συνιστούν
τον τρόπο λειτουργίας και επιβίωσης της μαζικής δημοκρατίας, με την οποία και
συνδέεται η μοίρα τους. Τα «ανθρώπινα δικαιώματα» είναι δικαιώματα που
φαίνονται απαραίτητα για την αυτοπραγμάτωση με τη δημοκρατική έννοια του όρου
και έχουν, ακριβώς όπως και η αυτοπραγμάτωση, όχι μόνο μια πολιτική, αλλά και
μια δεύτερη διάσταση, την οποία υπαινιχθήκαμε προηγουμένως και θα εξηγήσουμε
τώρα.
Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι κάτω από την επιρροή βιοτικών ιδεωδών και ρευμάτων,
τα οποία εμπνέονται από την πολιτισμική επανάσταση και εκπροσωπούνται κυρίως από ομάδες
(π.χ. νέους και διανοουμένους) με μικρότερη ικανότητα ή επιθυμία κατανάλωσης, ο ηδονισμός
παίρνει συχνότατα μορφές εν μέρει άμεσα αντιτιθέμενες στον χυδαίο καταναλωτικό υλισμό.
Στο στενότερο επίπεδο του άτομου
—εκείθεν ή εντεύθεν των πολιτικών προγραμμάτων— το αίτημα της αυτοπραγμάτωσης
συχνά συνυφαίνεται με τις ηδονιστικές εκείνες στάσεις που υποβαστάζουν
ψυχολογικά τη μαζική κατανάλωση και επομένως την υπόσταση της οικονομίας. Τούτη
η ηδονιστική αυτοπραγμάτωση πρέπει βέβαια να διακριθεί από την πολιτική· δεν
αντιτίθενται οπωσδήποτε θεωρητικά σε τούτην εδώ, όμως ως πρακτική στάση
συχνότατα πηγάζει από την παθητικότητα εκείνη, η οποία απορρέει από τη
διαπίστωση της ασημαντότητας του άτομου εντός των γιγαντιαίων δομών και
μηχανισμών της μαζικής δημοκρατίας και της οποίας το αντιστάθμισμα ζητείται
στην ένταση της προσωπικής ζωής και των προσωπικών βιωμάτων — όπως και
αντίστροφα: η βεβαιότητα, πως η ζωή στη μαζική δημοκρατία μπορεί να προσφέρει
μια πληθώρα τέτοιων αντισταθμισμάτων, ενισχύει την τάση για μιαν ύπαρξη στο
περιθώριο της μεγάλης και της μικρής πολιτικής. Αναμφίβολα υπάρχει πρωταρχική
και ουσιώδης σχέση ανάμεσα στις διαθέσιμες καταναλωτικές δυνατότητες και στην
επικρατούσα εκδοχή του ιδεώδους της αυτοπραγμάτωσης. Γιατί αυτές οι δυνατότητες
πρόσφεραν για πρώτη φορά το συγκεκριμένο ερέθισμα και την απτή βάση για την
προγραμματική σύνδεση αυτοπραγμάτωσης και ηδονισμού, ενώ σε όλους τους
προγενέστερους κοινωνικούς σχηματισμούς η αυτοπραγμάτωση οριζόταν κατά κύριο
λόγο ως αυτοϋπέρβαση, δηλαδή ως επιβολή του αληθινού ή αυθεντικού εγώ πάνω στα
κατώτερα ψυχόρμητα– τώρα όμως η αυτοϋπέρβαση με την
παραδεδομένη ηθική έννοια εμφανίζεται κατά κανόνα ως το ακριβώς αντίθετο της
γνήσιας αυτοπραγμάτωσης. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι
κάτω από την επιρροή βιοτικών ιδεωδών και ρευμάτων, τα οποία εμπνέονται από την
πολιτισμική επανάσταση και εκπροσωπούνται κυρίως από ομάδες (π.χ. νέους και
διανοουμένους) με μικρότερη ικανότητα ή επιθυμία κατανάλωσης, ο ηδονισμός
παίρνει συχνότατα μορφές εν μέρει άμεσα αντιτιθέμενες στον χυδαίο καταναλωτικό
υλισμό. Έτσι εκτιμώνται περισσότερο από τα υλικά αγαθά τα πνευματικά, ωστόσο
και πάλι παραμερίζεται η παραδοσιακή ασκητική αντιδιαστολή του πνευματικού
στοιχείου προς το αισθητό ή υλικό: στην περίπτωση αυτήν είναι δυνατόν να
συμπίπτουν τα πνευματικά αγαθά με την ικανοποίηση των αισθήσεων, ήτοι τα πρώτα
σχετίζονται με τον έρωτα, τις αθλοπαιδιές, τη φιλική συντροφιά, τη σχόλη ή τον
στοχασμό — πάντοτε στην υπηρεσία της επικοινωνίας και της αυτοπραγμάτωσης.
Βέβαια, μονάχα μια κοινωνία που παράγει και καταναλώνει, κατά μάζες υλικά αγαθά
μπορεί να δημιουργήσει τους ελεύθερους χώρους, oι οποίοι είναι απαραίτητοι για
την ομαδική αναζήτηση και καλλιέργεια τέτοιων πνευματικών αγαθών. Αυτό εξηγεί
γιατί τούτα τα τελευταία, παρά τον τρόπο που κατανοούν τον εαυτό τους οι
εκπρόσωποι τους, μπορούν να υπαχθούν μαζί με τις πεζές καταναλωτικές ανάγκες
των πλείστων μελών της κοινωνίας κάτω από έναν και μόνο κοινό παρονομαστή,
εκείνον του ηδονισμού. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε να κάμουμε με στάσεις,
οι οποίες διαμορφώνονται κάτω από τις ίδιες κοινωνικές συνθήκες και έχουν
μεταξύ τους σχέση συμπληρωματική, αν και όχι πάντοτε αρμονική.
Κοντολογής, το χαρακτηρολογικό πρότυπο,
το οποίο δίνει τον τόνο στη μαζική δημοκρατία, μολονότι δεν κυριαρχεί σ’ όλη τη
γραμμή, αποτελεί σε κεντρικά σημεία αντιστροφή του πουριτανικού ή του
βικτωριανού αστικού ήθους και έθους. Στο προσκήνιο δεν βρίσκεται η
αυτοπειθαρχία με σκοπό την επίτευξη εσωτερικών και εξωτερικών στόχων ούτε κι η
υποταγή της καθημερινής δραστηριότητας σε μακροπρόθεσμες επιδιώξεις, παρά
μάλλον η κατάφαση της βραχυπρόθεσμης απόλαυσης, του στιγμιαίου και του
αυθόρμητου καθώς και η απόρριψη του εξωτερικού ελέγχου, της πειθάρχησης και της
εξουσίας.
* Σελ 251,252,253
Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού
από τη μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από το φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία