Ἀπορίας ἄξιο τό γεγονός ὅτι ἕνα ἀπό τά κριτήρια τῆς σωτηρίας μας εἶναι ἡ στάση τοῦ ἀνθρώπου στήν παρουσία τοῦ κακοῦ. Καί μάλιστα στό ἀποδεδειγμένο κακό. Δέν λέγει ὁ Εὐαγγελιστής ὅτι ἄν κάποιος εἶναι ἄδικα στή φυλακή πρέπει νά τόν ἐπισκεφθεῖς. Τό ἀφήνει στή σιωπή. Ἤ καλύτερα θέλει τό κείμενο νά χαράξει μέσα μας ὅτι καί δίκαια νά εἶναι κάποιος δέσμιος, γιά τό πιό εἰδεχθές ἔγκλημα, στά μάτια τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστι. Γιατί ὅμως; Γιατί θέλει πάντοτε τό παράδοξο κοντά Του; Γιατί κάθε ἄνθρωπος ἐνεργῶν τό κακό δέν ταυτίζεται μέ αὐτό. Ὑποχείριο γίνεται τοῦ ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου. Παγιδευμένος στή φενάκη τῆς ἡδονῆς καί τῆς αὐτοδικαίωσης. Ἔτσι μᾶς ζυγίζει ὁ Θεός, μέ τέτοια ἀπόλυτα ἐλαφρυντικά. «Μή ἔχοντες σώας τάς φρένας»: θά ἀναφωνεῖ καθήμενος στό θρόνο Του τήν ὥρα τῆς Κρίσεως. «Ὡς τυφλοί ἔπραξαν καί ὡς εἰκόνες Μου μετανιωμένοι στέκονται δεξιά Μου». Ἔτσι θά γεμίσει ὁ κῆπος τῆς Ἐδέμ, πιότερο μέ ἐλαφρυντικά παρά μέ ἀρετές. Γι΄αὐτό μᾶς προστάζει νά ξεπεράσουμε κάθε συμβατική ἠθική. Νά ἀφήσουμε τόν λίθο στήν γῆ καί νά πετάξουμε στόν ἀδελφό μας τά ἄνθη τῆς ἀγάπης. Νά πιστοποιήσουμε μέ γεγονότα ὅτι εἴμαστε δικοί Του, τρελοί γιά τόν κόσμο, τρελοί ὡς ἀγαπῶντες. Δόξα τῷ Θεῶ, ὅπου ἀκοῦμε γιά τή δικαιοσύνη Του, περιμένουμε ὡς ποινή μόνο το ἔλεος! (…) Δέν εἶναι πολύς καιρός, λίγος μᾶλλον, πού ἡ τοπική μας Ἐκκλησία ἀποφάσισε νά ἀσχοληθεῖ μέ ὅ,τι ἐπιμελῶς θέλει νά ξεχάσει κάθε κοινωνία. Τούς κρατουμένους τῶν Σωφρονιστικῶν Καταστημάτων. Φορτώσαμε ρύζι, σκεύη καί μέρα τή μέρα, γυρίσαμε ὅσες φυλακές ξέραμε. Ἄν μέ ρωτοῦσαν τί αἴσθηση σοῦ ἀφήνει ἡ φυλακή, θά ἔλεγα πώς εἶναι ὁ τόπος στόν ὁποῖο ἡ ἐλπίδα ἔσβησε. Ὀξύμωρο! Ἀντί τό κακό, τό ἔγκλημα, ἡ διαφθορά πάσης φύσεως νά εἶναι ἡ πλήρης ἀπουσία ζωῆς καί ἐλπίδας, μπροστά σ᾽ αὐτό πού ἀντικρίζουν ἐντός τῶν φυλακῶν μοιάζει παράδεισος. Ἴσως καί γι᾽αὐτό τό λόγο γυρίζουν πίσω στίς ἐπίπλαστες χαρές τους. Δέν πιστεύω ὅτι μιά κούπα ρύζι θά κάνει τήν κόλαση τόπο μετανοίας, δέν νομίζω πώς μιά κίνηση θά ἀλλάξει τό σύστημα, τουλάχιστον θά δείξει σ᾽ ἕναν ἄνθρωπο αὐτό πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ πίστη ὅτι καί μέσα στόν προσωπικό θάνατο καί μηδενισμό κάποιος τρέχει νά σέ σώσει. Ὅπως εἶπε καί ἕνας μεγάλος Ἕλληνας: «ἄν δέν μπορεῖς νά σκοτώσεις τό θηρίο, τουλάχιστον μή συνηθίσεις τήν παρουσία του». Στήν ὅλη αὐτή πρoσπάθεια ἕνας λογισμός γεννήθηκε ἐντός μου. Νά μιλήσω μέ τό Σύλλογο Συμπαραστάσεως Κρατουμένων «Ὁ Ὀνήσιμος», τοῦ ὁποίου τό ἔργο συνεχῶς παρακολουθῶ καί τίς ἰδέες του τίς νιώθω δικές μου. Δέν περίμενα κάτι παρά μόνο τήν ἐπικοινωνία μέ κάποιον πού σέ καταλαβαίνει. Καί τό ἀνέλπιστο ἔγινε! Ὁ Σύλλογος πῆρε ἐντός ὡρῶν τήν ἀπόφαση νά ἐξασφαλίσει τά ἔξοδα σίτισης τῶν κρατουμένων γιά δύο μῆνες. Δάκρυσα, ἔκανα τό Σταυρό μου καί μονολόγησα: «Ὅταν προσπαθεῖς γιά τό καλό, ποτέ δέν εἶσαι μόνος». Εὐχαριστῶ πού κάνετε τό ἀνέλπιστο ἐφικτό, εὐχαριστῶ Ὀνήσιμε!
† Ὁ Τολιάρας καί Νοτίου
Μαδαγασκάρης
κ.κ. Πρόδρομος
Από την ετήσια έκδοση του περιοδικού μας “Φίλοι Φυλακισμένων”, τεύχος 2023